«Δεν έχει καταβληθεί ούτε ένα ευρώ από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων στις Εφορείες Αρχαιοτήτων και τα Μουσεία για λειτουργικά έξοδα όλο το 2013. Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει ούτε βενζίνη να κινηθούν τα υπηρεσιακά αυτοκίνητα ούτε πετρέλαιο για θέρμανση τον χειμώνα ούτε υλικά καθαριότητας για τα Μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Η μόνη θετική εξέλιξη είναι ότι το Ταμείο θα μπορεί πλέον να πληρώνει απευθείας τους λογαριασμούς της ΔΕΗ». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) Δέσποινα Κουτσούμπα την ενημέρωση που έκανε το μεσημέρι της Τρίτης στους δημοσιογράφους μιλώντας περί κρισιμότητας και σχεδίου καταρράκωσης του κύρους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν στα παραπάνω, σύμφωνα με τον ΣΕΑ. «Τα ελάχιστα χρήματα από τον Τακτικό Προϋπολογισμό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αδυνατούν να καλύψουν τις πιεστικές ανάγκες των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των Μουσείων, ειδικά όταν δίνονται με ανορθολογικό τρόπο, όπως τα περίπου 500 ευρώ που έφτασαν τις τελευταίες μέρες για να καλυφθούν οι βενζίνες όλου του χρόνου. Και μιλάμε για Εφορείες που έχουν δύο και τρεις νομούς. Για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε, συχνά βάζουμε χρήματα από την τσέπη μας ή ζητάμε ακόμα και προσωπικές χάρες. Για παράδειγμα, όταν χαλάνε οι υπολογιστές, έχουμε δύο επιλογές: Να υποχρεωθούμε σε κάποιον γνωστό να το φτιάξει ή να γίνουμε οι ίδιοι τεχνικοί», δήλωσε με έμφαση.

Η «διαθεσιμότητα» και οι απολύσεις αποτελούν, κατά τους αρχαιολόγους, ένα ακόμα μείζον πρόβλημα καθώς, όπως ειπώθηκε, δεν έχει γίνει καμία πραγματική αξιολόγηση στις δομές του ΥΠΠΟΑ. «Αντίθετα χωρίς να έχουν κάνει σχέδιο Οργανισμού και παρά την έλλειψη προσωπικού, κόβουν οριζοντίως συγκεκριμένες ειδικότητες και κλάδους, όπως οι σχεδιαστές, που είναι εξειδικευμένο προσωπικό ή οι εργάτες ανασκαφών», επισήμανε η πρόεδρος του ΣΕΑ, τονίζοντας ότι πολλοί εργάτες προήλθαν από τον ΟΣΕ, εκπαιδεύτηκαν επί δύο χρόνια και σήμερα απολύονται, ενώ σε κάποιες περιοχές, όπως στην Κορινθία, αποτελούν τους μοναδικούς εργάτες ανασκαφών. «Επιπλέον, την ίδια στιγμή που απολύουν, προσλαμβάνουν κόσμο με 5μηνες συμβάσεις από ΜΚΟ και εργολαβίες», επισήμανε η πρόεδρος του ΣΕΑ.

Δήλωσε επίσης ότι υπάρχει μεγάλη πίεση να δοθούν «πλαγίως» οι σωστικές ανασκαφές σε ιδιώτες εργολάβους. «Τα χρήματα για τις σωστικές ανασκαφές έφτασαν στις υπηρεσίες το φθινόπωρο, όταν όλοι γνωρίζουμε ότι οι ανασκαφές γίνονται το καλοκαίρι. Επιπλέον, το προσωπικό δεν μπορεί να προσληφθεί με αυτά τα λεφτά γιατί δεν υπάρχει η σχετική Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου. Ακόμα όμως και να γίνουν προσλήψεις τον Νοέμβριο, το έργο θα τελειώσει γιατί πρέπει να κλείσει ο κρατικός προϋπολογισμός. Οπότε, ισχύει το εξής δίλημμα: Ή δίνεις ανάθεση σε εργολάβο να κάνεις τη σωστική ανασκαφή, κάτι που επιτρέπεται ή περιμένεις την όλη διαδικασία, με αποτέλεσμα στο τέλος να γυρίζεις χρήματα πίσω, με κίνδυνο να σου πουν του χρόνου ότι δεν τα χρειαζόσουν», τόνισε.

Την ίδια στιγμή, επισήμανε ότι διάφορα σχέδια «ιδιωτικοποιήσεων» έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε κυριακάτικες εφημερίδες. «Πρόκειται για ιδέες που ακούγονται εδώ και καιρό. Μέχρι και σε road-show στη Νέα Υόρκη έφτασε το θέμα του πώς θα “αξιοποιηθούν” εν είδει Ντίσνεϊλαντ οι αρχαιολογικοί χώροι του ιστορικού κέντρου της Αθήνας. Όμως γνωρίζουμε καλά ότι κανένας ιδιώτης δεν μπορεί –ούτε θέλει– να αναλάβει το κόστος συντήρησης και αποκατάστασης ενός αρχαιολογικού χώρου. Αυτό που πραγματικά θέλουν οι ιδιώτες είναι το κόστος να παραμείνει στο δημόσιο και οι ιδιώτες να καρπωθούν μόνο τα οφέλη, εισπράττοντας τα εισιτήρια, τα έσοδα από τα αναψυκτήρια, τα καφέ και τα πωλητέα είδη», δήλωσε η πρόεδρος του ΣΕΑ.

Για σχέδιο καταρράκωσης του κύρους μιας ολόκληρης υπηρεσίας, που παραμένει άμεμπτη από σκάνδαλα και χρηματισμούς, αλλά και παραγωγική, «με το προσωπικό της να υπερασπίζεται τη δουλειά του επειδή την αγαπάει, πραγματοποιώντας έρευνες, μελέτες και έργα με αυτεπιστασία», έκαναν λόγο τόσο η κ. Κουτσούμπα, όσο και ο Δημήτρης Αθανασούλης, προϊστάμενος της 25ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, στην αρμοδιότητα της οποίας περιλαμβάνονται μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι από την Αργολίδα, την Αρκαδία και την Κορινθία. Αυτή τη στιγμή, όπως είπε, στις περιοχές αυτές τρέχουν 22 έργα ΕΣΠΑ με αυτεπιστασία και απασχολούνται πάνω από 210 εργαζόμενοι με σύμβαση, ενώ αν λυθούν γραφειοκρατικά ζητήματα, σε 5 νέα ΕΣΠΑ θα απασχοληθούν εντός του 2013 άλλοι 100. Τόνισε ωστόσο το παράδοξο, να υπάρχουν χρήματα τα οποία προορίζονται για αποκαταστάσεις μνημείων, όπως τα έργα στην Ακροκόρινθο και στο Κάστρο του Λεονταρίου, αλλά να λιμνάζουν αναξιοποίητα, γιατί απαγορεύεται η πρόσληψη έκτακτου προσωπικού που απαιτείται για να ξεκινήσουν. «Στην πραγματικότητα υπάρχει ένας απίστευτος φαύλος κύκλος. Υπάρχουν τα λεφτά, υπάρχουν και τα έργα που οφείλουμε να πραγματοποιήσουμε, αλλά δεν μας δίνουν τα μέσα να προσλάβουμε κόσμο», είπε με έμφαση.

Ανακοίνωση ΠΟΕ-ΥΠΠΟ για το κτίριο της Μπουμπουλίνας

Στο μεταξύ, με ανακοίνωσή της η ΠΟΕ-ΥΠΠΟ αναφέρθηκε στο δελτίο του ΤΑΙΠΕΔ περί «αξιοποίησης» 28 ακινήτων του Δημοσίου, μεταξύ αυτών και το κτίριο που στεγάζεται το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στην οδό Μπουμπουλίνας, από δύο πλειοδότριες εταιρείες. «Με τα νέα δεδομένα, όχι μόνο χάνεται το κτίριο της οδού Μπουμπουλίνας, αλλά και αυξάνονται κατακόρυφα τα έξοδα, καθώς το ΥΠΠΟΑ θα υποχρεωθεί να μισθώνει το δικό του, μέχρι σήμερα, κτίριο. Εκτός και αν αφεθεί η νέα ιδιοκτήτρια εταιρεία να κάνει έξωση και βρεθούμε υπηρεσίες και πολιτική ηγεσία στο δρόμο», γράφει, μεταξύ άλλων, η ΠΟΕ-ΥΠΠΟ, τονίζοντας ότι «το ΥΠΠΟΑ πρέπει να στεγαστεί σε κτίριο που θα συνάδει με την αποστολή του και θα συνδυάζει το διοικητικό έργο, την εξυπηρέτηση του πολίτη και τις πολιτιστικές δραστηριότητες ταυτόχρονα».

Τέλος, για το θέμα της πρόσληψης 777 συμβασιούχων για την κάλυψη αναγκών εργατοτεχνικού και φυλακτικού προσωπικού σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους, «η πλειοψηφία των οποίων θα διατεθεί για τις ανάγκες που θα προκύψουν από την ελληνική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2014», η Ομοσπονδία τονίζει ότι κάτι τέτοιο δεν αποτελεί λύση. Ζητάει, δε, οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Υπουργείου σε προσωπικό να καλυφθούν είτε με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, είτε μέσα από τη δεξαμενή της κινητικότητας. «Σε κάθε περίπτωση, η πρόσληψη έκτακτου προσωπικού δεν λύνει ουσιαστικά κανένα πρόβλημα, παρά μόνο καλύπτονται παροδικά προβλήματα που απαιτούν οριστικές λύσεις», καταλήγει η ανακοίνωση.