Εντυπωσιακά στοιχεία ενός πολιτισμού που διήρκησε περισσότερο από 8.000 χρόνια παρουσιάζουν οι πολυετείς αρχαιολογικές ανασκαφές μεγάλης κλίμακας (λόγω και των ανασκαφών της ΔΕΗ στην περιοχή για την εξόρυξη λιγνίτη) στην περιοχή των τεσσάρων λιμνών του Αμυνταίου Φλώρινας.

«Ο πολιτισμός των τεσσάρων λιμνών» τιτλοφορείται η εισήγηση του αρχαιολόγου της ΚΘ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών αρχαιοτήτων Πανίκου Χρυσοστόμου, που ανακοινώθηκε στο πλαίσιο του Συνεδρίου για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.

Στην εισήγηση, στην οποία παρατίθενται εντυπωσιακά στοιχεία («προϊόντα» των ευρημάτων) για τους οικισμούς, τις συνήθειες, την αρχιτεκτονική, τον πολιτισμό της καθημερινότητας των ανθρώπων της περιοχής εδώ και οκτώ και πλέον χιλιάδες χρόνια, η χρονολογική «βουτιά» φτάνει ως το 6500 π.Χ. κι ύστερα ακολουθεί την πορεία του… νερού και της ανθρώπινης δραστηριότητας, γύρω και σε άμεση σχέση με αυτό, ως την Εποχή του Σιδήρου και τον 5ο αιώνα π.Χ.

«Οι πρώτοι οικισμοί δημιουργήθηκαν στο β’ μισό της 7ης χιλιετίας π.Χ., μέσα ή κοντά σε λίμνες και βαλτώδεις εκτάσεις. Οι λιμναίοι οικισμοί των επόμενων δύο χιλιετιών οργανώνονταν σε γειτονιές των τριών ή έξι κατοικιών, οι οποίες εδράζονταν σε κοινές εξέδρες από οριζόντια διευθετημένους κορμούς δένδρων. Συνήθως, τα σπίτια ήταν μονώροφα με δίρριχτη στέγη. Ωστόσο, τα στρώματα που σχηματίστηκαν από τις επανειλημμένες πυρκαγιές και τις επακόλουθες καταστροφές των νεολιθικών χωριών της περιοχής, δείχνουν ότι πολλές κατοικίες ξεχώριζαν για το μέγεθός τους, είχαν πόρτες και παράθυρα περιμετρικά και ήταν διώροφες, ενώ τις περιέτρεχε μπαλκόνι στον όροφο. Αντίθετα, στις χερσαίες θέσεις εγκατάστασης, ο χώρος οργανωνόταν με βάση τη διάταξη των τάφρων και των περιβόλων και τα σπίτια αναπτύσσονταν σε ομάδες των πέντε ή έξι κατοικιών» τονίζει, στην εισήγησή του, ο κ. Χρυσοστόμου.

Από τη μελέτη των στρωμάτων που σχηματίστηκαν από τα κατεστραμμένα από φωτιά οικήματα της νεολιθικής εποχής έγινε γνωστή η οργάνωση του εσωτερικού τους χώρου. Έτσι, γνωρίζουμε ότι κάθε σπίτι ήταν μονόχωρο ή δίχωρο και τρίχωρο και είχε τις θερμικές του κατασκευές (φούρνο και εστία) για τη θέρμανση και την προετοιμασία της τροφής, τις θήκες και τα μεγάλα αποθηκευτικά δοχεία για τη φύλαξη της σοδειάς ή άλλων αντικειμένων που σχετίζονταν με την οικοσκευή, τα πήλινα αγγεία για την προετοιμασία, την κατανάλωση και τη φύλαξη της τροφής, τα θρανία, τον εργαλειακό εξοπλισμό κ.λπ.

Εντυπωσιακό εύρημα της περιοχής είναι, μάλιστα, ένα κάθισμα με τέσσερα πόδια ηλικίας… 7.500 ετών που αποκαλύφθηκε στις νεολιθικές επιχώσεις του οικισμού του Λιμνοχωρίου.

Της ίδιας περίπου εποχής είναι και σειρά άλλων ευρημάτων με εντυπωσιακή… επανάληψη το… αρχαίο μίξερ (κεραμικά θραύσματα που υποδηλώνουν τη χρήση αναδευτήρα τροφών) του 6000 π.Χ. Ανάλογο εύρημα είχε ο ίδιος αρχαιολόγος στην περιοχή των Γιαννιτσών προ δωδεκαετίας.

Τέλος, ένα πλήθος κοσμημάτων, που αποτελούνταν κυρίως από δισκοειδείς χάνδρες ποικίλου σχήματος, μεγέθους και υλικού ή από περίαπτα και βραχιόλια, εξέφραζε τις αντιλήψεις της καλαισθησίας της εποχής αλλά και τις συμβολικές προθέσεις των φορέων τους.

Τα ταφικά έθιμα φαίνεται πως διαφοροποιούνται ανάλογα με την εποχή και την περιοχή. Έτσι, ενώ στην αρχή της νεολιθικής εποχής στη Λεκάνη του Αμυνταίου συναντώνται μόνο ταφές σε συνεσταλμένη στάση, προς το τέλος της, τουλάχιστον στην περιοχή της λίμνης Χειμαδίτιδας, εντοπίζονται καύσεις και εγχυτρισμοί ή εγχυτρισμοί των υπολειμμάτων της καύσης των νεκρών.

Λίθινα, οστέινα αλλά και χάλκινα αντικείμενα (ευρήματα) ανάγονται στην Εποχή του Χαλκού (3100-1100 μ.Χ.) ενώ μια γενικευμένη φωτιά στο τέλος της περιόδου καταστρέφει ολοκληρωτικά τα στοιχεία ζωής και βυθίζει στο βυθό της λίμνης τα κατάλοιπα των κατοικιών.

Η Εποχή του Σιδήρου (1100-5ος αιώνας π.Χ. ) που ακολουθεί «δίνει στοιχεία» μόνο από τα νεκροταφεία της και ειδικότερα από αυτό του Αγίου Παντελεήμονα Αμυνταίου. Είναι χαρακτηριστικό το εύρημα της περσινής ανασκαφικής περιόδου (οριοθετήθηκαν και ανασκάφηκαν πέντε τύμβοι με 148 κιβωτιόσχημους τάφους και μια συστάδα τάφων εξαρτημένων από τον «βασιλικό» ταφικό περίβολο), κατά τη διάρκεια της οποίας αποκαλύφθηκε λιθόκτιστο έδρανο για νεκρόδειπνα. Γύρω από την κατασκευή αυτή εντοπίστηκαν λάκκοι με οστά και πλούσια κτερίσματα, όπως ένα χάλκινο ξίφος με χρυσά καρφιά. Στον ίδιο χώρο βρέθηκε γυναικεία ταφή με διάδημα και εξαρτήματα κόμμωσης και ενδυμασίας.

«Οι συχνές εμφανίσεις γυναικών με διαδήματα και σύνθετα κοσμήματα από τη νεκρόπολη μαρτυρούν την ύπαρξη ιερατείου ή μια διαφορετική κοινωνική ιεράρχηση», τονίζεται στην ανακοίνωση.