Απολιθώματα από προβοσκιδωτά ζώα που βρέθηκαν έξω από το σπήλαιο της Μαρώνειας μπορούν να ζωντανέψουν ξανά το μύθο του Κύκλωπα, έναν μύθο που θα μπορούσε να αποτελέσει πόλο έλξης επισκεπτών. Σε μία περίοδο κρίσης, όπου το κάθε δείγμα ανάπτυξης είναι ζητούμενο, η πρόταση που κατέθεσε μέσω του ράδιο Χρόνος 87,5 η Ευαγγελία Τσουκαλά, καθηγήτρια παλαιοντολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, υποδεικνύει τουλάχιστον στις αρχές της περιοχής σε ποια κατεύθυνση πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους.

Η πρόταση αυτή ανάγεται πολλές δεκαετίες πίσω όταν, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, το σπήλαιο εξερευνήθηκε από το ζεύγος Πετρόχειλου και προέκυψαν οι πρώτες καταγραφές του εσωτερικού του. Μια πιο συντονισμένη προσπάθεια για την αξιοποίησή του ξεκίνησε το 2000, οπότε η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, σε συνεργασία με τον Δήμο Μαρώνειας, ανέθεσε σε ομάδα καθηγητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να πραγματοποιήσει βιολογικές, γεωλογικές και βραχομηχανικές έρευνες.

Τα γιγαντιαία οστά… θύμιζαν τους Κύκλωπες

Η Ευαγγελία Τσουκαλά μιλώντας και στο παρελθόν στον «Χρόνο» είχε υποστηρίξει ότι: «Οι μύθοι των Κυκλώπων στηρίζονται στην παρουσία απολιθωμένων οστών ελεφάντων που έβρισκαν οι αρχαίοι. Στα γιγαντιαία οστά που εντόπιζαν έβλεπαν ότι στο κρανίο υπήρχε ένα άνοιγμα στη μέση που είναι η ρινική κοιλότητα και νόμιζαν ότι ανήκαν σε γίγαντες γιατί δεν υπήρχαν τότε ελέφαντες στην Ελλάδα. Τα γιγαντιαία οστά λοιπόν και το κρανίο με το ένα άνοιγμα θεώρησαν ότι ήταν ο Πολύφημος με το ένα μάτι και τα γιγαντιαία οστά πίστευαν ότι ανήκαν σε γίγαντες ή τέρατα».

Η κ. Τσουκαλά συμμετείχε για πολλά χρόνια στη σύνθεση της επιστημονικής ομάδας που μελετούσε το σπήλαιο Μαρώνειας και ανέκαθεν υποστήριζε ότι θα πρέπει να αναζητηθεί ο ιστορικός μύθος του σπηλαίου, να καταγραφεί και να αναδειχθεί. «Βρήκαμε έξω από το σπήλαιο απολιθώματα από προβοσκιδωτά, από ύαινα των σπηλαίων, από άλογα, γεγονός που υποδεικνύει ότι μπορεί να είχε κατοικηθεί από αυτά τα άγρια ζώα σε παλαιότερες εποχές. Όμως δεν μπορέσαμε να κάνουμε περισσότερες μελέτες για να διαπιστώσουμε αν έχουν εντοπιστεί και μέσα. Ίσως να μπορούσε να συνδυαστεί ο μύθος του Κύκλωπα από την παρουσία αυτών των προβοσκιδοτών, δηλαδή αν υπήρχαν απολιθωμένα οστά από προβοσκιδωτά πιθανότατα αυτά από τους αρχαίους να αποδίδονταν στους γίγαντες και τους κύκλωπες», έκανε γνωστό η παλαιοντολόγος.

Θαλάσσια ζωή 35-55 εκ. ετών

Όμως πέρα από το παλαιοντολογικό ενδιαφέρον που υπάρχει στην εξωτερική πλευρά του σπηλαίου με τα απολιθωμένα οστά ζώων, υπάρχει και παλαιοντολογικό ενδιαφέρον που αφορά τα ασπόνδυλα ζώα. Ήταν αυτά που ζούσαν στον βυθό της θάλασσας πριν από την ανάδυση του ασβεστόλιθου με τη σημερινή του μορφή. Παλαιότερα και συγκεκριμένα πριν 35-55 εκατομμύρια χρόνια, στην περιοχή του σπηλαίου Μαρώνειας υπήρχε βυθός θάλασσας όπου ζούσαν κοράλια, αχινοί οινομουλίτες που είναι μονοκύτταροι οργανισμοί μ’ ένα κέλυφος ανεπτυγμένο και ιδιαίτερο, ζούσαν κρινοειδή, κι όλα τα άλλα που συνιστούσαν έναν πυθμένα, το βυθό θάλασσας. Άλλωστε σύμφωνα με τους επιστήμονες, το σπήλαιο δημιουργήθηκε πριν από 8 με 10 εκατομμύρια χρόνια, όταν η περιοχή αναδύθηκε από τη θάλασσα και άρχισε να διαβρώνεται από το νερό της βροχής. Η κίνηση των υπόγειων υδάτων δημιούργησε κοιλότητες που εποικήθηκαν από χερσαίους οργανισμούς.

Το γεωλογικό υπόβαθρο του σπηλαίου είναι επίσης πολύ μεγάλου ενδιαφέροντος, όπως είπε η κ. Τσουκαλά, «γι’ αυτό και κάνουν οι φοιτητές μας επισκέψεις για να βρουν μέσα στον ασβεστόλιθο τους καταπληκτικούς νουμουλίτες, είναι ένα ζωάκι μονοκύτταρο το οποίο ζούσε πριν από 35 εκ. χρόνια σε βυθό θάλασσας και έχει ένα σφαιρικό σχήμα φακοειδές. Κατά τον Ηρόδοτο υπήρχε μία παράδοση ότι επειδή οι πυραμίδες της Αιγύπτου χτιστήκαν από αυτόν τον ίδιο τον ασβεστόλιθο που περιέχει νουμουλίτες, αυτοί τα θεωρούσαν υπολείμματα τροφής των δούλων».

Tο σπήλαιο της Μαρώνειας είναι ο μοναδικός χώρος στον πλανήτη μας που ζουν οι επίσης μοναδικοί πληθυσμοί του ισόποδου Alpioniscus thracicus, του κολεοπτέρου Maroniella beroni και του χερσαίου σαλιγκαριού Balcanodiscus cerberus. Ειδικότερα, έχουν βρεθεί πάνω από 30 διαφορετικά είδη ασπονδύλων, εκ των οποίων τα 25 έχουν μόνιμους πληθυσμούς και 5 από αυτά είναι νέα για την επιστήμη. Ιδιαίτερη αξία στο σπήλαιο προσδίδει η παρουσία 8 αποκλειστικά σπηλαιόβιων ειδών (6 τρωγλόβια και 2 στυγόβια) και τουλάχιστον 10 ειδών που είναι ενδημικά.

Παλαιοντολογική ανακάλυψη

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευαγγελία Τσουκαλά πρόσφατα συμμετείχε στην αποκάλυψη σημαντικών παλαιοντολογικών ευρημάτων σε άλλη περιοχή της βόρειας Ελλάδας. Συγκεκριμένα μετά από αυτοψία στην περιοχή της Πλατανίας Δράμας και στον χώρο που υπέδειξαν ο δήμαρχος Παρανεστίου Νικόλαος Καγιάογλου, η αρχαιολόγος Βασιλική Πουλιούδη, αλλά και κάτοικοι της περιοχής, επιστήμονες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με τον συντονισμό της καθηγήτριας Γεωλογίας-Βιολογίας και δρος Παλαιοντολογίας Ευαγγελίας Τσουκαλά, διαπιστώθηκε η παρουσία απολιθωμένων οστών προϊστορικών ζώων, ηλικίας 5-9 εκατομμυρίων ετών. Τα ευρήματα βρίσκονται σε καλή κατάσταση μέσα σε αργιλο-ασβεστικά ιζήματα.