Στους ρωμαϊκούς μεταχριστιανικούς χρόνους η Παλμύρα ήταν το πιο σημαντικό σημείο στον εμπορικό δρόμο που συνέδεε την Ανατολή με τη Δύση, φτάνοντας σε πληθυσμό τους 100.000 κατοίκους. Η ιστορία της όμως πάντα καλυπτόταν από πέπλο μυστηρίου. Τι γύρευε μια πόλη τέτοιου μεγέθους στη μέση της ερήμου; Πώς μπορούσαν τόσοι άνθρωποι να ζουν σε ένα τόσο αφιλόξενο μέρος σχεδόν 2.000 χρόνια πριν; Από πού ερχόταν η τροφή τους; Και πώς ένας τόσο σπουδαίος εμπορικός δρόμος μπορούσε να περνάει κατευθείαν μέσα από την έρημο;

Για τέσσερα χρόνια, Νορβηγοί επιστήμονες συνεργάζονται με Σύριους συναδέλφους τους για να βρουν τις απαντήσεις.

«Τα ευρήματα αυτά εμπλουτίζουν μια νέα ματιά στην ιστορία της Παλμύρας», αναφέρει ο διευθυντής του προγράμματος Jørgen Christian Meyer, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν. Το πρόγραμμα έχει λάβει χρηματοδότηση που ξεπερνά τα 9 εκ. νορβηγικές κορόνες από το Ερευνητικό Συμβούλιο του τυπικού χρηματοδοτικού σχήματος για προγράμματα ανεξάρτητης βασικής έρευνας (FRIPRO).

Νέα έρευνα βασισμένη σε σύγχρονες αρχαιολογικές μεθόδους

Οι αρχαιολόγοι, με έδρα το Μπέργκεν της Νορβηγίας, προσέγγισαν το πρόβλημα από μια νεωτεριστική οπτική γωνία – αντί να εξετάσουν την ίδια την πόλη, μελέτησαν μια τεράστια έκταση γης ακριβώς στα βόρεια. Μαζί με τους Σύριους συναδέλφους τους από το Μουσείο της Παλμύρας και με τη βοήθεια δορυφορικών φωτογραφιών, κατέγραψαν έναν μεγάλο αριθμό αρχαίων καταλοίπων ορατών στην επιφάνεια της γης.

«Με αυτόν τον τρόπο», εξηγεί ο καθ. Meyer, «ήμασταν ικανοί να δημιουργήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το τί προέκυψε στην ευρύτερη περιοχή».

Η ομάδα ερεύνησε έναν αριθμό ξεχασμένων χωριών από τη Ρωμαϊκή εποχή. Αλλά αυτό που έλυσε τον γρίφο της Παλμύρας ήταν η αποκάλυψη των δεξαμενών νερού που είχαν χρησιμοποιηθεί από τα χωριά αυτά.

Δεν ήταν έρημος

Ο καθηγητής Meyer και η ομάδα του έφτασαν να συνειδητοποιήσουν ότι αυτό που μελετούσαν δεν ήταν έρημος αλλά μάλλον μια άνυδρη στέπα με υπόγειες ρίζες πρασίνου που εμπόδιζαν το νερό της βροχής να βυθιστεί στη γη. Το νερό έτσι μαζεύεται σε ρυάκια που διακόπτονται και ποταμούς, τα οποία αποκαλούνται από τους Άραβες «ουάντι».

Οι αρχαιολόγοι συγκέντρωσαν ενδείξεις ότι οι κάτοικοι της αρχαίας Παλμύρας και των γειτονικών χωριών συνέλεγαν το νερό της βροχής με τη χρήση φραγμάτων και κινστερνών. Έτσι, τα χωριά είχαν νερό για τη συγκομιδή έτσι ώστε να προμηθεύεται και η πόλη με τροφή. Το σύστημα συλλογής υδάτων διασφάλιζε σίγουρα αποθέματα σε αγροτικά προϊόντα και εκμηδένιζε την καταστροφή σε περιόδους ξηρασίας.

Οι αγρότες της περιοχής συνεργάζονταν επίσης με φυλές Βεδουίνων που οδηγούσαν τα κοπάδια τους – συνήθως αιγοπρόβατα – στην περιοχή κατά τις θερμές περιόδους, καθιστώντας τα χωράφια γόνιμα.

Η θέση της Παλμύρας είχε επίσης πολιτικό υπόβαθρο. Σημαντικοί εμπορικοί δρόμοι που συνέδεαν την Ανατολή με τη Δύση, μεταξύ των οποίων εκείνος που όδευε κατά μήκος του Ευφράτη προς τα Βόρεια, δεν ήταν υπό τον έλεγχο των Ρωμαίων στη Δύση ή των Περσών στην Ανατολή. Τοπικοί άρχοντες και αρχηγοί απαιτούσαν υψηλό αντίτιμο για τη διέλευση των προϊόντων από τις περιοχές τους.

Η πρακτική αυτή της υπερτίμησης ήταν μια πραγματική ευκαιρία για τους Παλμυρηνούς: συνεργάστηκαν με τους Βεδουίνους για να παρέχουν ασφάλεια, υποζύγια και οδηγούς στην έρημο.

«Έμποροι από την Παλμύρα εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο τη μοναδική θέση της πόλης για να “χτίσουν” ένα ολοκληρωμένο δίκτυο εμπορίου» λέει ο καθηγητής. «Αυτό εξηγεί πολλά για την ευημερία της πόλης».

Καλλιεργήσιμη γη σε περίοδο κρίσης

Η λύση του μυστηρίου της Παλμύρας μπορεί επίσης να μας διδάξει κάτι σήμερα. Όσο ο κόσμος ψάχνει για καλλιεργήσιμη γη για να ταΐσει τα εκατομμύριά του, μπορούμε να μάθουμε πολλά από την εμπειρία των Παλμυρηνών. Αν ήταν ικανοί να καλλιεργήσουν τότε την έρημό τους, μπορούμε να κάνουμε το ίδιο με όλες τις προηγμένες, σύγχρονες μεθόδους.

«Κάποιες φορές, ένα μεγάλο ποσοστό βροχής πέφτει στην έρημο», λέει ο καθηγητής Meyer. «Ο καθένας μπορεί να δει πόσο πράσινη γίνεται η έρημος μετά τη βροχή. Οι Παλμυρηνοί ίσως είχαν καταλάβει τις δυνατότητες της γης αυτού του τύπου, που καλύπτει μεγάλες περιοχές του πλανήτη μας».