Αρχαία και ιστορικά ναυάγια εντοπίστηκαν στο πλαίσιο αρχαιολογικού ελέγχου που διενεργήθηκε από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ της Κέρκυρας και των Παξών.

Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο του ελέγχου εντοπίστηκαν και ελέγχθηκαν 12 στόχοι, από τους οποίους τρεις αποδείχθηκαν ότι ήταν αρχαία και ιστορικά ναυάγια.

Το πρώτο ονομάστηκε «Ποσειδών 1» και εντοπίστηκε σε βάθος 1.180 μ. Πρόκειται για ναυάγιο ρωμαϊκών χρόνων, κατά μία πρώτη εκτίμηση του 3ου αι. μ.Χ. Από το ναυάγιο αυτό ανελκύστηκαν δύο στόμια αφρικανικών αμφορέων, διαφορετικών τύπων, καθώς και ένα μαρμάρινο αγγείο ύψους 30 εκ. Από την κινηματογράφηση του ναυαγίου φαίνονται αμφορείς, μαγειρικά σκεύη, τουλάχιστον δύο άγκυρες, μέρος από το έρμα του πλοίου και ίχνη από το σκαρί του.

Το δεύτερο ναυάγιο ονομάστηκε «Ποσειδών 2», εντοπίστηκε σε βάθος 1.375 μ. και πρόκειται μάλλον για ναυάγιο πλοίου της ίδιας περιόδου με το προηγούμενο. Από το ναυάγιο σώζονται αμφορείς, πινάκια, μαγειρικά σκεύη, καθώς και διάφορα μεταλλικά αντικείμενα, μέρος από το έρμα και πιθανώς το σκαρί του πλοίου. Από το ναυάγιο δεν ανελκύστηκαν αντικείμενα, λόγω της δυσκολίας αποκόλλησής τους από το λασπώδη πυθμένα.

Το τρίτο ναυάγιο, «Ποσειδών 3», εντοπίστηκε σε βάθος 1.260 μ. Πρόκειται για πλοίο μάλλον νεότερων χρόνων, πιθανώς 17ου-18ου αι. Από το πλοίο σώζεται το σκαρί του, οι σιδερένιες άγκυρες, μαγειρικά και αποθηκευτικά σκεύη και αγγεία (οινοχόες με εφυάλωση, πιάτα, πινάκια, χύτρες κ.λπ.).

Ο αρχαιολογικός έλεγχος στη διαδρομή που ακολουθεί ο υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδας-Ιταλίας ΠΟΣΕΙΔΩΝ διενεργήθηκε στο διάστημα από 11 έως 17 Μαΐου. Ο έλεγχος έγινε σε όλο το μήκος του αγωγού εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας καλύπτοντας μία έκταση περίπου 200 τ.χλμ. και έως μέγιστο βάθος 1.400 μ. και έως τα όρια της Ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ιταλία. Η έρευνα διεξήχθη με την υποστήριξη του Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ και με τη χρήση ηχοβολιστικών πλευρικής σάρωσης και υποβρύχιων τηλεκατευθυνόμενων οχημάτων.

Η πρώτη αυτή έρευνα βαθέων υδάτων, που διεξάγεται στη θαλάσσια περιοχή του βορείου Ιονίου, αποδεικνύει τη μεγάλη συχνότητα διέλευσης πλοίων από την περιοχή, ήδη από την αρχαιότητα. Τα τρία ναυάγια που εντοπίστηκαν είναι τα βαθύτερα εντοπισμένα αρχαία ναυάγια της Μεσογείου μέχρι σήμερα. Η συγκεκριμένη έρευνα αφενός εντόπισε και σε αυτά τα βάθη ίχνη συρόμενων δικτύων, που συχνά προκαλούν καταστροφές σε μη εντοπισμένα ναυάγια, και αφετέρου κατέρριψε τη θεωρία ότι τα αρχαία εμπορικά πλοία έπλεαν πολύ κοντά στις ακτές.

Την επί τόπου διεύθυνση της έρευνας από την πλευρά της ΕΕΑ είχε ο καταδυόμενος αρχαιολόγος δρ Δημ. Κουρκουμέλης. Στην όλη έρευνα ήταν σημαντική η συμβολή και η συνεργασία του πληρώματος του Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ και των επιστημονικών ομάδων του ΕΛΚΕΘΕ. Το σύνολο της δαπάνης της έρευνας καλύφθηκε από τον φορέα του έργου, ΥΑΦΑ ΠΟΣΕΙΔΩΝ.