Ισραηλινός αρχαιολόγος είπε ότι βρήκε τη θέση όπου συνέβη «θαύμα» του 6ου αιώνα το οποίο αναφέρει ο Βυζαντινός ιστορικός Προκόπιος.

Στο έργο του Περί Κτισμάτων, ο ιστορικός κάνει μια ανασκόπηση των ευάριθμων αρχιτεκτονικών έργων που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, στα μέσα του 6ου αιώνα. Περιγράφοντας την ανέγερση της Νέας Εκκλησίας της Θεοτόκου, ενός ναού κοντά στην Ιερουσαλήμ, ο Προκόπιος γράφει ότι ο Θεός «παρείχε», εν είδει θαύματος, τεράστιους κόκκινους λίθους κοντά στο σημείο οικοδόμησης του κτίσματος.

«Ο Θεός αποκάλυψε μια φυσική πηγή λίθων, απόλυτα κατάλληλων γι’ αυτόν το σκοπό, στους κοντινούς λόφους (…) Έτσι, ο ναός στηρίζεται σε όλες του τις πλευρές σε τεράστιους στύλους από εκείνο το μέρος, που στο χρώμα τους μοιάζουν με πύρινες φλόγες… Δύο από αυτούς τους στύλους βρίσκονται μπροστά από την είσοδο του ναού, είναι ιδιαίτερα μεγάλων διαστάσεων και, πιθανότατα, δεν έχουν ανάλογό τους σε όλο τον κόσμο» έγραψε συγκεκριμένα.

Πρόσφατα έργα στη συνοικία Rehavia της Ιερουσαλήμ αποκάλυψαν τη θέση αυτού του θαυματουργού λατομείου – ή έτσι πιστεύεται, τουλάχιστον. Κάτω από τα θεμέλια ενός παλαιού κτιρίου που κατεδαφίστηκε για να ελευθερωθεί η απαιτούμενη για μια νέα οικοδομή έκταση, ήρθε στο φως λίθος μεγάλων διαστάσεων που είχε σχήμα στύλου.

Η Αρχή Αρχαιοτήτων του Ισραήλ ανέστειλε αμέσως τις εργασίες και άρχισε να μελετά το εύρημα διαστάσεων 6 μ. x 30 εκ. Οι διαστάσεις συμφωνούν με εκείνες που συνηθίζονταν στην αρχιτεκτονική της περιόδου.

Στη θέση δεν βρέθηκαν άλλα ευρήματα, που θα συνέβαλλαν στη χρονολόγηση του στύλου. Παρ’ όλα αυτά ο Evgeny Kagan της Αρχής Αρχαιοτήτων πιστεύει ότι προέρχεται από τη Βυζαντινή περίοδο, με βάση το είδος του λίθου και της μεθόδου λάξευσής του. Ο λίθος φέρει την επιγραφή «Mizi Achmar», που σημαίνει κόκκινος λίθος, κάτι που θα μπορούσε να αντιστοιχεί στις «πύρινες φλόγες» του Προκόπιου.

Ο συγκεκριμένος λίθος θεωρείται δύσκολος στην επεξεργασία του. Σύμφωνα με τον καθηγητή Yoram Zafrir, δεν χρησιμοποιήθηκε σχεδόν καθόλου, παρά μόνο στη Βυζαντινή περίοδο – πράγμα που άλλαξε τον 19ο αιώνα όταν η εκμετάλλευση των σκληρών πετρωμάτων γίνεται πια με τη βοήθεια εκρηκτικών υλών.

Φαίνεται πως και οι λιθοξόοι της συγκεκριμένης θέσης δυσκολεύτηκαν να δουλέψουν την πέτρα αυτή, καθώς ο στύλος δεν βρέθηκε αποσπασμένος από το λίθο από τον οποίο λαξεύτηκε, καθώς παρουσίασε ρωγμές και θα φοβήθηκαν ότι θα διαλυθεί κατά τη μεταφορά του στη θέση των οικοδομικών εργασιών.

Στην περιοχή βρέθηκαν και άλλα θραύσματα στύλων που λαξεύτηκαν από τον κόκκινο λίθο. Ωστόσο, ο καθηγητής Zafifr πιστεύει ότι είχαν χρησιμοποιηθεί στην οικοδόμηση ενός επιβλητικού ναού, αλλά όχι απαραίτητα στη Νέα Εκκλησία της Θεοτόκου που περιγράφει ο Προκόπιος.