Την επιστροφή του κτηρίου της Σχολής Γαλατά, το οποίο είχε καταχωρηθεί υπό το όνομα του τουρκικού δημοσίου, στους νόμιμους ιδιοκτήτες του (Εφορεία της Κοινότητας των Ναών και της Σχολής Γαλατά), αποφάσισε την Τρίτη το Συμβούλιο της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφίων.

Πρόκειται για την πρώτη απόφαση του Συμβουλίου της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφίων (περιουσιών θρησκευτικών ιδρυμάτων), βάσει του νέου νόμου, ο οποίος δημοσιεύθηκε τον περασμένο Αύγουστο και αναμένεται να αποτελέσει προηγούμενο και για τις μετέπειτα αποφάσεις του Συμβουλίου, όπως αναφέρεται στη ιστοσελίδα του Συνδέσμου Υποστήριξης Ρωμαίικων Κοινοτικών Ιδρυμάτων.

«Η απόφαση μας γεμίζει με πολύ μεγάλη χαρά», δήλωσε η πρόεδρος της εφοροεπιτροπής της Σχολής Γαλατά, Μαίρη Κομοροσάνο, η οποία ανέφερε ότι στο επόμενο διάστημα η εφοροεπιτροπή θα αιτηθεί και για τα υπόλοιπα ακίνητα του Βακουφίου. Από την πλευρά του, ο Γιώργος Ντεμίρ, μέλος της εφοροεπιτροπής, σημείωσε πως η απόφαση της επιστροφής του Γαλατά δικαιώνει το Βακούφι και αναγνωρίζει το αναφαίρετο δικαίωμά του.

To κτίριο της Σχολής Γαλατά στεγάζεται σε ένα από τα πλέον όμορφα κτήρια της Κωνσταντινούπολης. Θεμελιώθηκε το 1885, ενώ η Σχολή ξεκίνησε να λειτουργεί το 1900. Αρχικά αρρένων και από το 1935 και έπειτα μεικτό, το σχολείο του Γαλατά διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πνευματική ζωή της Πόλης, αφού στα διευθυντικά του έδρανα κάθισαν μεγάλες προσωπικότητες των Γραμμάτων, όπως ο Μελιτόπουλος, που εξέδωσε το ελληνοτουρκικό λεξικό, και ο Μαυροφρύδης, εκδότης του περιοδικού «Παιδικός κόσμος».

Οι μαθητές διδάσκονταν τα βασικά μαθήματα και τη Γαλλική ως ξένη γλώσσα, ενώ στις εγκαταστάσεις του σχολείου περιλαμβάνονταν κοιτώνες, αίθουσα εκδηλώσεων, αρχείο και χωριστές αίθουσες νηπιαγωγείου.

Συνολικά η ελληνική κοινότητα διεκδικεί 988 ακίνητα τα οποία έχουν κατασχεθεί από την Τουρκία, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923. Οι κατασχέσεις ήταν τμήμα της τουρκικής πολιτικής αφανισμού των Ρωμιών της Πόλης σαν αντίποινα όσων συνέβαιναν στην Κύπρο.